Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014

Το ηλιακό τόξο του Φιλοκτήτη

Είναι η εποχή που ο Τοξότης καταλαμβάνεται από τον Ήλιο και σημαδεύει ...τη δική μας στάση ζωής που πορεύεται αλώβητη στο ιερό της ταξίδι μέσα στους αιώνες.

Ο Φιλοκτήτης με το στρατό του ετοιμάζεται να εκστρατεύσει κατά της Τροίας. Κάνουν στάση στη Λήμνο, όπου τον ποτίζει με το δηλητήριό της μια ύδρα. Εγκαταλείπεται από τους Αχαιούς. Παραμένει στο νησί για δέκα χρόνια. Έχει όμως το τόξο του Ηρακλή, χωρίς το οποίο οι Αχαιοί δεν μπορούν να κατακτήσουν τους Τρώες. Έτσι λέει ο χρησμός!

Ο Φιλοκτήτης εγκαταλελειμμένος στο νησί της Λήμνου, David Scott, 1839
Ο πονηρός και δόλιος Οδυσσέας προσπαθεί να πείσει το γιο του Αχιλλέα, Νεοπτόλεμο, να ξεγελάσει τον Φιλοκτήτη για να υφαρπάξει το ανίκητο τόξο. Του λέει: «πρέπει νά εἰσβάλεις μέ λόγια στήν ψυχή τοῦ Φιλοκτήτη· κρυφά, κλεφτά» και συνεχίζει:

«Γνωρίζω, βέβαια, πώς δέν εἶσαι
φτιαγμένος γιά τεχνάσματα κι ἀπάτες,
μά εἶναι γλυκός καρπός ἡ νίκη, ἀξίζει νά τολμήσεις. 
Γρήγορα θά δικαιωθοῦμε.
Ἔλα τώρα, χάρισέ μου μιά παράνομη μέρα,
καί κράτα τήν ὑπόλοιπη ζωή σου, σάν ἔντιμος θνητός· 
ὁ ἐντιμότερος, ἄν θέλεις!»

Ο Νεοπτόλεμος αρχικά αρνείται να ενεργήσει δόλια. Μετά, όμως, πείθεται. Συναντά τον κληρονόμο των όπλων του Ηρακλή, το γιο του Ποίαντα, Φιλοκτήτη. Κερδίζει την εμπιστοσύνη του. Μέσα του δίνει μάχη και μονολογεί:

«Ὅταν ἐξαπατήσεις καί τήν ἴδια σου τή φύση,
τά πάντα καταντοῦν μιά ἀτέλειωτη δυσχέρεια.»

Ο Οδυσσέας και ο Νεοπτόλεμος παίρνουν τα βέλη του Ηρακλή από τον Φιλοκτήτη,
Francois-Xavier Fabre, 1800 

Ο Νεοπτόλεμος του παίρνει το τόξο και τον παρασύρει στην Τροία. Ο Φιλοκτήτης άνθρωπος της Τιμής, οργίζεται με τη στάση του Νεοπτόλεμου και αναφωνεί:

«Ἄχ, λιμάνια καί κάβοι κι ἀγρίμια τῶν βουνῶν,
μοναδικοί μου σύντροφοι, γκρεμοί, 
σε σᾶς μιλῶ· ποῦ νά μιλήσω; 
Ἐσεῖς μέ ξέρετε, σέ σᾶς γυρνῶ καί κλαίω 
καί λέω τί μοῦ ἔκανε ὁ γιός τοῦ Ἀχιλλέα.
Μοῦ ἔδωσε τό χέρι του, 
ὁρκίστηκε πώς θά μέ πάει στή γῆ μου
καί τώρα μέ τραβάει στήν Τροία.
Μοῦ ἅρπαξε τό ἱερό τόξο τοῦ Ἡρακλῆ
καί μᾶς πηγαίνει λεία στό θηρίο τῶν Ἀργείων.
Νομίζει τάχα πώς ἔκανε κατόρθωμα. Δέ βλέπει
πώς κυνήγησε καπνό, συνέλαβε σκιά 
καί σκότωσε ἕνα νεκρό - τί λέω - τό εἴδωλό του.»

Τον προτρέπει να μην κηλιδώσει το όνομά του. Ο Νεοπτόλεμος τον ακούει. Ακούει την ίδια του την ψυχή. Αποδέχεται το λάθος του. Δεν προδίδει την καταγωγή του.

Και τότε του λέει ο Φιλοκτήτης:
«Δέν εἶσαι γιός τοῦ Σίσυφου, ἀλλά τοῦ Ἀχιλλέα 
πού δοξαζόταν ζωντανός καί δοξάζεται νεκρός.»

Στο τέλος εμφανίζεται ο αρχετυπικός ήρωας Ηρακλής και πείθει τον Φιλοκτήτη να παραστεί στην Τροία.

«Θά πᾶς μαζί μ’ αὐτόν τόν ἄνδρα στήν πολιτεία τῆς Τροίας
καί πρῶτα ἀπ’ τήν πληγή σου θά ξεφύγεις.
Ὕστερα, ἀφοῦ ἀναδειχθεῖς πρῶτος πολεμιστής,
μέ τό δικό σου τόξο θ’ ἀπαλλάξεις τούς θνητούς 
ἀπό τόν Πάρη, αὐτόν ποῦ εἶναι αἰτία κάθε κακοῦ, 
τήν Τροία θά ἐκπορθήσεις 
καί τ’ ἀριστεῖα πού θά σοῦ δώσει ὁ στρατός, 
θά στείλεις λάφυρα στά μέγαρα τοῦ Ποίαντα πατέρα,
στήν Οἴτη ἐκεῖ, τή γῆ μητέρα.»

Στην παραπάνω τραγωδία του Σοφοκλή συγκρούονται δυο κώδικες ηθικής: η αριστοκρατική ηθική και η πολιτική ηθική. Η αριστοκρατική ηθική είναι κομμάτι της ατομικής συνείδησης και αποθεώνεται στον ομηρικό κόσμο. Οι ομηρικοί ήρωες, ως φορείς μιας αρχέγονης ρομαντικής Παράδοσης (που συνεχίζει μέχρι σήμερα), αλλά και μιας άλλης κοινωνικής οργάνωσης, είναι σίγουροι για τον εαυτό τους, έχουν επίγνωση του «ορθού» και του «λάθους» και εμφανίζουν μια ανεπτυγμένη συλλογική συνείδηση. Αντιθέτως, η πολιτική ηθική, εμφανισθέν στοιχείο της ελληνορωμαϊκής Κλασσικής Εποχής και ευρέως διαδεδομένο χαρακτηριστικό της Νεωτερικότητας, ενίοτε μετατρέπεται και σε αμοραλισμό, υπηρετώντας το μακιαβελικό δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» που στέκεται στην αντίπερα όχθη του ομηρισμού. Η μεν προορίζεται για να διαπλάσει λίγους ανθρώπους, η άλλη για να διακυβερνήσει τους πολλούς. Αυτή είναι η ανθρώπινη φύση. Έτσι, οι πορείες που διαγράφονται αντιστοίχως είναι οι εξής: θεωρία-πίστη-κώδικας τιμής και πρακτική-ρεαλισμός-εξουσία. Σ’ αυτό το πλαίσιο αξίζει να αναφερθεί ότι «θεωρία», αρχικά σήμαινε «ιερό ταξίδι». Τελετουργικό ταξίδι για την επίτευξη ιερού οράματος. Κάθε εποχή έχει τη δική της αναλογία ως προς τους κώδικες ηθικής.

Το τόξο του Ηρακλή ανήκει στο μακροσαγιτάρη Απόλλωνα. Ενός Απόλλωνα που οργισμένος με τη στάση του Αγαμέμνονα κατεβαίνει από τον Όλυμπο σαν «μαύρη νυχτιά» και σαγιτεύει τους Αχαιούς σκορπώντας την πυρά και το θάνατο (Ραψωδία Α, 43-52), αποκαλύπτοντας την ισχύ του Νόμου και της Ηθικής του. Ενός Απόλλωνα που αποτελεί τη θεϊκή υπόσταση του Αχιλλέα.

Οι λίγοι, λοιπόν, να θυμόμαστε πάντοτε τα λόγια του Φιλοκτήτη και να τα μεταφέρουμε από γενιά σε γενιά:

«Δέν εἶσαι γιός τοῦ Σίσυφου, ἀλλά τοῦ Ἀχιλλέα 
πού δοξαζόταν ζωντανός καί δοξάζεται νεκρός.»

Ο Νεοπτόλεμος σκοτώνει τον Πρίαμο,
520-510 πΧ

Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Η Αιώνια Σύγκρουση των Κόσμων

Για την αρχαία ελληνική πραγματικότητα, σε επίπεδο συμβόλων, αισθητικής και κοσμοθέασης υπήρχαν δυο διαφορετικοί κόσμοι: αυτός του ονείρου και αυτός της μέθης. Από τη μια, αυτός της γαλήνιας σοφίας που απορρέει από τον εσωτερικό κόσμο της φαντασίας. Από την άλλη, αυτός της μέθης που οδηγεί σε εκστατικό χορό, παραλήρημα και λήθη που συγκλονίζει το ανθρώπινο σώμα και τις αισθήσεις. Ο κόσμος του Απόλλωνος και ο κόσμος του Διονύσου. Τέκνα του ίδιου θεού (Διός), ο πρώτος ήρθε από τη μυθική Υπερβορέα, που εκτείνονταν πέρα από το Βορρά, όπου ο ήλιος δεν έδυε ποτέ για μισό χρόνο, ενώ για το δεύτερο οι επικρατέστερες απόψεις περί της καταγωγής του είναι αυτές της Μικράς Ασίας και της Θράκης (πανάρχαια κέντρα μητριαρχικής λατρείας). Ο κόσμος των εικόνων του ονείρου, της ομορφιάς, της αρμονίας και της αισθητικής καλλιέργειας, ενάντια σε αυτό των αχαλίνωτων παθών, του τρόμου, της οδύνης και της αβύσσου. Γνώση, Αρμονία, Επιστήμη, Τέχνη, Μουσική και Πολιτισμός, ενάντια σε επιθυμίες, συναισθήματα, ένστικτα, υπέρβαση μέτρων και ορίων, ορμές και πάθη. Ο Απόλλωνας είναι ο θεός της Μορφής, της Ποίησης, της Ζωής και του Φωτός, ενώ o Διόνυσος είναι ο θεός των Μυστηρίων, ο θεός του Θεάτρου, ο θεός του Θανάτου και της Αναγέννησης.

Αριστερά ο Διόνυσος: ρωμαϊκό αντίγραφο από ελληνιστικό άγαλμα. Σημαντικότερα σύμβολά του: αυλός, τύμπανα, άμπελος, κισσός, θύρσος, πυρσός, φαλλός. Ιερά του ζώα: λεοπάρδαλη, πάνθηρας, ταύρος, γάιδαρος, φίδι. Ακολουθία του: Μαινάδες, Σάτυροι, Σειληνοί, Βάκχες.
Δεξιά ο Απόλλωνας: κεντρική φιγούρα στο δεξιό αέτωμα του ναού του Διός στην Ολυμπία. Σημαντικότερα σύμβολά του: λύρα, κιθάρα, δάφνη, τρίποδας, τόξο. Ιερά του ζώα: δελφίνι, κοράκι, πετεινός, κύκνος, γεράκι, γρύπας, λύκος. Ακολουθία του: οι 12 Μούσες

Το φωτεινό Ολύμπιο στοιχείο που βρισκόταν σε αιώνια διαμάχη με το βαρβαρικό στοιχείο των Τιτάνων και των τεράτων. Για την απολλώνια κοσμοαντίληψη, ο άνθρωπος ως καλλιτέχνης, πλάθει τις εικόνες και τις καμαρώνει μ’ ευχαρίστηση και βλέμμα ονειροπόλο - δεν συγχωνεύεται όμως μαζί τους. Για τη διονυσιακή, ο άνθρωπος με διαφόρους τρόπους γίνεται ο ίδιος το έργο τέχνης και κοιτάζει από μέσα τον εαυτό του, όπως μας λέει ο Νίτσε. Η τέχνη μεταμορφώνει την αηδία για τη φρίκη σε (απολλώνια) εικόνα, σώζει τον άνθρωπο και την απειλούμενη βούλησή του και μέσω αυτής τον κατακτά ξανά η ζωή. Μονάχα η μορφή, διαυγής, καθαρή και ωραία «μπορεί να γιατρέψει το τραυματισμένο, από την φριχτή νύχτα, βλέμμα». Έτσι η Ευμορφία (Ομορφιά), ως πνευματική ανάγκη, δίνει νόημα στην ανθρώπινη ύπαρξη, ενάντια στο χάος. Η ποιητική δημιουργία, ως φωτεινή εικόνα που μας προσφέρει η φύση, μπορεί να μας γιατρέψει από τη στιγμιαία ματιά μας στην άβυσσο, μαρτυρά ο Νίτσε. Μαζί η ευγένεια και η δημιουργία, κάθε φορά μπορούν να θεμελιώσουν ένα νέο (ολύμπιο) κόσμο, στα ερείπια του παλαιού.

Στον αρχαίο κόσμο το Ολύμπιο στοιχείο κυριάρχησε αυτού των Τιτάνων. Η πατριαρχία και οι ηλιακοί θεοί επιβλήθηκαν της μητριαρχίας και της Μεγάλης Μητέρας, του διονυσιακού μαιναδισμού και του άμετρου της φύσης. Ο Ομηρικός πρωτο-ελληνικός κόσμος γεννήθηκε κάτω από την επίδραση του Απολλώνιου πολιτισμού και ο Ήλιος έγινε ο Θεός-Προστάτης του Ανθρώπου. Παρόλα αυτά, οι μαινάδες του Διονύσου ήταν πάντοτε έτοιμες να σκίσουν ανθρώπινες σάρκες κάτω από τους ήχους του φρυγικού αυλού και των κυμβάλων και να επιβάλλουν τη θρησκεία του θεανθρώπου Διονύσου, η οποία είχε παλαιότερη μητριαρχική προέλευση. Οι σάτυροι, ως άφθαρτα φανταστικά φυσικά όντα που γεννήθηκαν από τη νοσταλγία της πρωτόγονης φύσης, βρίσκονταν στα μετόπισθεν του πολιτισμού και υπηρετούσαν τον τραγικό υπέρμετρο χορό και το Διόνυσο, έξω από κάθε κοινωνική σφαίρα. Μέσω του χορού αυτού, το άτομο συναισθάνονταν την αρχέγονη σύγκρουση, εξολοθρεύονταν, υποτάσσονταν στο Διόνυσο, απορροφούνταν από το πρωταρχικό Ον, γίνονταν εγκληματικό και υπέφερε. Ο Απόλλωνας ήταν που φρόντιζε τη χάραξη και ενδυνάμωση των συνόρων γύρω από τα ατομικά όντα, επιζητώντας να τα ηρεμήσει, απαιτώντας από αυτά την τήρηση του μέτρου και το «γνώθι σαυτόν». Τα παρακάτω λόγια του Απόλλωνα στις «Ευμενίδες» του Αισχύλου αποκαλύπτουν μετάβαση σε πατριαρχική τάξη και φέρουν ιδιαίτερο συμβολικό φορτίο«∆εν εναι πως λεν' τι η µνα γεννει. Μνο τροφς του σπρου εναι. Ο σπορας γεννει. Η µνα τον φιλεει µνο.»

Ο άλλος μεγάλος τραγικός ποιητής, ο Ευριπίδης, είναι εξίσου αποκαλυπτικός, αλλά και συγκλονιστικός:

«Οι λόγχες των άντρων δεν τις ματώναν,
μα αυτές, ρίχνοντας θύρσους, τους λάβωναν,
κι απάνω στη φευγάλα τους βαρούσαν
στις πλάτες, ναι! Τους άντρες οι γυναίκες·
κάποιος θεός τους έδινε ένα χέρι!

Κατόπι, όθε κινήσανε γύρισαν,
στις βρύσες που ο θεός τους είχε ανοίξει.
Νίφτηκαν από το αίμα, και τις στάλες
στα μαγουλά τους γλείφανε τα φίδια.» (Ευριπίδης, Βάκχες)


«Οι γυναίκες της Άμφισσας», Lawrence Alma-Tadema, 1887 (λάδι σε καμβά)
Στον παραπάνω πίνακα υπάρχουν δυο διαφορετικές ομάδες γυναικών στο ντύσιμο και στο παρουσιαστικό. Η μια ομάδα είναι οι μαινάδες, που είναι τυλιγμένες σε δέρματα λεοπάρδαλης φορώντας κισσούς στα μαλλιά και μετά από τη διονυσιακή τελετή είναι εμφανώς εξουθενωμένες. Η άλλη ομάδα είναι οι γυναίκες που κοιτάζουν τις μαινάδες σκεπτικές και σχηματίζουν ένα ανθρώπινο τείχος για να τις γλυτώσουν από τη θέα των αντρών που στέκουν λίγο παραπέρα. Η όρθια επιβλητική γυναίκα στο κέντρο, κάτω από το στρογγυλό έμβλημα του τοίχου, με τα πιασμένα μαλλιά, το καφέ φόρεμα και το βαθύ βλέμμα που εμφανίζεται ως η πιο μελαγχολική και σκεπτική όταν κοιτά τις άλλες είναι ...η γυναίκα του ζωγράφου. Η Άμφισσα ήταν η πρωτεύουσα του ετήσιου φεστιβάλ προς τιμή του Βάκχου.

Ο Πενθέας, γιος της Αγαύης συνέλαβε το μεταμορφωμένο Διόνυσο αλλά εκείνος ελευθερώθηκε. Στην αρχή αρνήθηκε να φορέσει γυναικεία ρούχα και να συμμετάσχει σε βακχικές τελετές προς τιμήν του Διονύσου. Στη συνέχεια υποκύπτει και το πληρώνει με τη ζωή του από την ίδια του τη μητέρα-μαινάδα που είχε καταληφθεί από διονυσιακή μανία. Ακολουθούν περιγραφές από τις «Βάκχες» του Ευριπίδη που σώζουν παραλλαγή του μύθου αυτού.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Γυναίκες, φέρνω αυτόν που εσάς και μένα
και τη δικιά μου αναγελάει λατρεία·
εσείς παιδέψετε τον!

Πρώτη η μάνα του βάνει αρχή στο φόνο
και πέφτει απάνω του· και κείνος λύνει
απ' τα μαλλιά του το ανάδεμα, μήπως
η δύστυχη η Αγαύη τον γνωρίσει
και δεν τόνε σκοτώσει, και της λέγει,
πιάνοντας της το μάγουλο: “Μητέρα,
εγώ 'μαι το παιδί σου, εγώ, ο Πενθέας,
που γέννησες στου Εχίονα το παλάτι·
λυπήσου με, μητέρα, για δικό μου
αμάρτημα το γιο σου μη σκοτώσεις !”
Εκείνη βγάνει αφρούς, στριφοκυλάει
τ' αλλοπαρμένα μάτια της, τη γνώση
ξαστοχά, γιατί ο Βάκχος την ορίζει,
και πού ν' ακούσει τότε τον Πενθέα!
Απ' του ζερβού χεριού του τον αρπάζει
τον πήχη, και πατώντας τα πλευρά του,
του αρμοχωρίζει τον ώμο, του δόλιου,
όχι απ' τη δύναμη της· μες στα χέρια
της έβανε ο θεός τη γεροσύνη.

Απ' την άλλη, η Ινώ χερομαχούσε
να του ξεσκίζει τις σάρκες, κι αντάμα
η Αυτονόη και το λεφούσι οι Βάκχες·
κ' ήταν μιά ανάκατη βοή: να βογκεί
ο μαύρος με όση ανάσα αποκρατούσε,
και κείνες ν' αλαλάζουν ! Μια βαστούσε
το καλαμόχερό του, μια το πόδι,
με το σαντάλι ακόμα· κι απόμεναν
ξέσαρκα, σπαραγμένα τα πλευρά του·
κι όλες μαζί, με ματωμένα χέρια,
κάναν τόπι τις σάρκες του Πενθέα.

Ξεσκίδια τώρα κείτεται· άλλα κάτω
από βράχους τραχιούς κι άλλα στου λόγκου
τα χαμόδεντρα μέσα σκορπισμένα,
όλα δυσκολογύρευτα· και το άθλιο
κεφάλι του, στα χέρια της το πήρε
η μάνα του, σε θύρσου το 'μπήξε άκρη
σα λιονταριού βουνίσιου, και το φέρνει
μεσ' απ' τον Κιθαιρώνα, παρατώντας
τις αδερφές της σε χορούς μαινάδων.

Εκστασιασμένη μαινάδα που κρατάει θύρσο στο ένα χέρι και 
λεοπάρδαλη στο άλλο, ενώ στα μαλλιά της είναι τυλιγμένο ένα φίδι. 
Αναπαράσταση σε αττικό βάζο που βρίσκεται στην Κρατική Αρχαιολογική Συλλογή του Μονάχου. 

Χαρακτηριστική η διαμάχη της Απολλώνιας Αθηνάς με τις προελληνικές Ερινύες στην «Ορέστεια» του Αισχύλου. Οι Ερινύες είναι έτοιμες να σηκωθούν από τη Γη για να αποκάνουν το μητροκτόνο Ορέστη, καθώς το είδωλο της Κλυταιμνήστρας τις προστάζει: «κάντε αυτό που είσαστε». Έτσι ο Ορέστης ζητάει καταφύγιο στο ναό του Απόλλωνα. Του λέει, λοιπόν, ο Ακτινοβόλος Απόλλων στις «Ευμενίδες», ενώ του δηλώνει την ηθική αυτουργία του:
«Δε θα σ' αφήσω. Μέχρι το τέλος προστάτης σου θα 'µαι. Και δίπλα σου.
Όπου και να 'µαι, στους εχθρούς σου θα σταθώ ανήλεος. Τώρα τις
ξέφρενες τούτες µαινάδες τις δάµασα. Βλέπεις; Πέσαν στον ύπνο οι Γριές
οι Πανάρχαιες κόρες της Φρίκης. Που ούτε θεές ούτε θνητός τις σµίγει.
Μήτε θεριό. Του κακού γεννημένες, το κακό σκοτάδι βόσκουν κάτω στα
Τάρταρα των Ολύμπιων θεών και των ανθρώπων το Σίχαµα.»

Στη συνέχεια ο Θεός φωνάζει στις Ερινύες:
«Έξω. Προστάζω. Έξω απ' το ναό µου. Σαΐτα. Φίδι φτερωτό θα ρίξει
επάνω σας το κατάργυρο τόξο µου. Θα βογκήξετε. Σαν µαύρο αφρό θα το
ξεράσετε το αίµα του φόνου που ήπιατε. Σ' αυτό το ναό δεν έχετε θέση.
Εκεί που δικάζουν και σφάζουν να πάτε. Που βγάζουν µάτια. Που
παίρνουν κεφάλια. Που ευνουχίζουν τα παιδιά για να σβήσουν γενιές.
Στους λιθοβολισµούς, στους ακρωτηριασµούς στα παλουκώµατα που
μουγκρίζουν. Με τέτοια ευφραίνεστε. Και οι θεοί σας σιχαίνονται.»

Και μετά την απόφαση της Αθηνάς που «με την ψυχή της τον πατέρα υποστηρίζει», ο Ορέστης αναφωνεί: «Παλλδα Αθην. Και σωτρα µου! Στην πατρικ µου γη που την πραν
µε ξανστησες.»

Ενώ η Ερινύα, Κόρη της Νύχτας, κραυγάζει:
«Καινοργιοι θεο! Τους αινιους νµους µας αρπξατε. Και
τους ρξατε κτω. Ντροπ σε µας φρατε και ατµωση. Φαρµκι. Πικρ
πληρωµ θα χσω. Χολ. Θα τη ρημάξω τη γη σας.
Μαρασµο και θαντου αρρώστια θα πέσει.»
[…]
«Εγ να τα πθω αυτ! Η πρτη πανρχαια θε! Και να ζω
ντροπιασµνη και τιµη. Αλµονο. Μανα κι οργ ξεφυσ και εκδκηση.
Στα πλευρ µου συστρφεται πνος.
Νχτα µου. Μνα µου. κουσε. Τις τιµς τις πανρχαιες ανκητοι δλοι
των θεν µου τις ρπαξαν. να τποτα µ' καναν.»

Στο τέλος όμως η θεά Αθηνά την εξευμενίζει. Τις αφήνει να μείνουν υπό τον όρο να τιμάνε την Πειθώ, τάζοντας τες σεβασμό και «στερέωμα σπιτιού». Έτσι κάνει την Ερινύα να πει: «Θα δεχτ να συνοικ µε την Παλλδα και στην πλη της δε θ' ασεβσω.»

Ο Διόνυσος πάνω σε πάνθηρα, συνοδεία του Σειληνού πίσω 
που παίζει χειροκρόταλο και της μαινάδας μπροστά που παίζει φλάουτο 
δίπλα σε ένα μικρό σάτυρο. Μεταφέρουν κεφάλια σε πασσάλους. Η φιγούρα 
είναι από βάζο του 370-360 π.Χ. και βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.

Ωστόσο, με κάθε επανάπαυση του ελληνικού-πατριαρχικού στοιχείου, το προελληνικό-μητριαρχικό προσπαθούσε να διεκδικήσει το χώρο του. Σημαντική εορτή μνήμης ήταν το Σεπτήριον, κατά την οποία ένα αγοράκι σκότωνε συμβολικά τον πύθωνα/όφι που έρπονταν στο χώρο του Απόλλωνα, στο Μαντείο των Δελφών. Τελούνταν κάθε 7 χρόνια για να θυμίσει αυτή την υποχρέωση εγρήγορσης του Απολλώνιου στοιχείου.

Απόλλωνας και Διόνυσος αποτελούν διαφορετικές εκφάνσεις, εκφράσεις και στάδια ζωής και πολιτισμού, διαφορετικά πρότυπα και διαφορετικά κοσμικά αρχέτυπα. Η σύγκρουση, αλλά και αρκετές φορές η αλληλοσυμπλήρωσή τους (σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχει και ταύτιση) λαμβάνει χώρα τόσο στο ενσυνείδητο, αλλά και στο ασυνείδητό μας, τόσο στην καθημερινότητά μας όσο και σε επίπεδο μεταφυσικής. Ποτέ δεν υπήρξε πλήρης επικράτηση του ενός. Η ισχύς του Απολλώνιου στοιχείου ήταν μεγαλύτερη σε αρκετούς τόπους και πολλές περιόδους του ενδόξου παρελθόντος. Ωστόσο, αρκετοί σήμερα θα πουν ότι οι ακόλουθοι του Διονύσου και οι φίλιες δυνάμεις τους έχουν πλέον κατακτήσει την …εκθηλυσμένη εποχή μας.  

Ναι, ο αυλός του Μαρσύα ηχεί ξανά. Και 'μεις, μολονότι ζούμε σκλαβωμένοι σε παράξενο χωροχρόνο, συναντηθήκαμε ξανά και βαδίζουμε κάτω από το ίδιο λάβαρο… λίγοι πιστοί και αμετανόητοι φρουροί, με το ξίφος και την πένα κόντρα στους ανέμους και τις σειρήνες των καιρών μας. Γνωρίζουμε ότι παρόλο που τα χρόνια είναι σκοτεινά, ο Ήλιος είναι Ανίκητος.

Ο βασανισμός του Μαρσύα, από το Μουσείου του Λούβρου.
Ο σάτυρος Μαρσύας προκάλεσε τον Απόλλωνα σε διαγωνισμό μουσικής.
Εκείνος έπαιξε αυλό, ο Απόλλωνας λύρα. Ο ακόλουθος του Διονύσου έχασε
 και ο Θεός της Μουσικής τον έγδαρε ζωντανό για να τιμωρήσει την Ύβρι που διέπραξε.

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Εάλω η Πόλις…

Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή αλλιώς, Βυζάντιο. Πρόκειται για μια κοινοπολιτεία εποχής, συνέχεια ή εξέλιξη της παλαιότερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία ασκούσε μεγάλη πολιτισμική, κοινωνική, καλλιτεχνική, οικονομική, θρησκευτική και πολιτική επιρροή. Ήταν μια πρώτη μορφή Ευρωπαϊκής Ένωσης/Συμπολιτείας μιας άλλης, όμως, εποχής, που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με ένωση αγορών και τραπεζών, όπως σε μεγάλο βαθμό είναι η σημερινή Ε.Ε. Κατ’ ουσίαν, υπήρξε μια αυτοκρατορία συγγενών λαών της νότιας και ανατολικής Ευρώπης με συνεχώς μεταβαλλόμενα όρια. Από δυσμάς πατούσε σε Ελλάδα και Ιταλία, από ανατολάς σε Μικρά Ασία μέχρι και την Αρμενία, από βορρά στα μέχρι τα βόρεια Βαλκάνια και από νότο στις απέναντι ακτές της Β. Αφρικής.

Αποτελούνταν από Έλληνες/Ελλαδίτες, Λατίνους, Δάκες, Ιλλυριούς, Αρμένιους, Σέρβους και διάφορα Μικρασιατικά φύλα (ελληνικά ή μη), με κυρίαρχο το ελληνορωμαϊκό πολιτισμικό στοιχείο. Εκείνοι που σήμερα αποκαλούνται «Βυζαντινοί», αποκαλούσαν οι ίδιοι τους εαυτούς τους «Ρωμαίους». Η κυρίαρχη κουλτούρα τους ήταν η ελληνορωμαϊκή. Ελληνική ως προς τη γλώσσα, την παράδοση και την παιδεία και ρωμαϊκή ως προς τους νόμους, την πολιτειακή δομή και τη διοίκηση. Αν και υπήρξε σταδιακή υιοθέτηση του χριστιανισμού (και προσαρμογή του στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, με τα όποια μελανά του σημεία ως προς την αντιμετώπιση των «εθνικών» και με μια, ίσως, -από ένα σημείο και μετά- απεχθή θεοκρατική διάσταση), ο ρόλος και η επίδραση της κλασικής Παιδείας και της Τέχνης μέσω της οποίας θεοποιήθηκε το Κάλλος και αποδόθηκε στην υψηλότερη έκφανσή του το πνευματικό, παρέμειναν ισχυρές. 

Το Σχίσμα του 1054 και ο διαχωρισμός «ορθοδόξων» και «καθολικών» χριστιανών είχε άμεσα αρνητικότατες συνέπειες κυρίως σε πολιτισμικό -και όχι θρησκευτικό- επίπεδο, τις οποίες βιώνουμε μέχρι σήμερα, ειδικά στη χώρα μας. Οι Καθολικοί αντιμετώπισαν εχθρικά τους Ορθοδόξους. Για παράδειγμα, η εισβολή του «Στρατού του Σταυρού» και η κατάλυση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204) παρά τη σθεναρή αντίσταση των επίλεκτων Βαράγγων (Νορβηγών, Σουηδών, Δανών, Αγγλοσαξόνων), της πιστής ελίτ Φρουράς του Αυτοκράτορα (μισθοφόροι μεν, αλλά με υψηλό φρόνημα και αίσθημα τιμής, καθώς έπεφταν μέχρι τον τελευταίο, πιστοί στο Θρόνο και όχι σε πρόσωπα). Όπως, όμως, έγινε και το αντίστροφο. Για παράδειγμα, η σφαγή δεκάδων χιλιάδων Λατίνων (1182). Η δυναστεία των Αγγέλων ίσως υπήρξε η χειρότερη. Το ανθενωτικό μένος, η τρομοκρατία και ο φανατισμός του όχλου οδήγησε δυο φορές στην κατάργηση της Ένωσης των Εκκλησιών, παρά τις φιλότιμες ύστατες προσπάθειες της δυναστείας των Παλαιολόγων. Λίγους μήνες πριν την πτώση, το μεγαλύτερο μέρος του λαού είχε αποφασίσει την τύχη του: προτίμησε το τούρκικο φέσι έναντι της παπικής τιάρας υπό του καλέσματος του δημαγωγού Λουκά Νοταρά (αργότερα το μετάνιωσε με κοινή προσευχή στην Αγία Σοφιά, αλλά ήταν πλέον αργά). Οι τελευταίοι υπερασπιστές της Πόλης -και της πλέον συρρικνωμένης αυτοκρατορίας- ήταν κυρίως Έλληνες, Γενουάτες και Βενετοί. Η παρακαταθήκη και επιρροή του Βυζαντίου είναι μεγάλη: από την πολιτική θεωρία της Ρωσίας ως τη θεολογία της Αγγλικανικής Εκκλησίας και το εθιμοτυπικό των εγκαινίων των εκκλησιών στη Σκωτία. 

Ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, σε μια ύστατη κίνηση με ισχυρό συμβολικό φορτίο, κοινώνησε Θεία Κοινωνία από τα χέρια του ενωτικού Λατίνου Πατριάρχη Ισιδώρου (που προσπάθησε να ενώσει τους ηγεμόνες της Δύσης εναντίον του Μωάμεθ), λίγες ώρες πριν τον ένδοξο θάνατό του στη μάχη. Σήμερα θεωρείται «άγιος» από τους Έλληνες Καθολικούς αλλά και «εθνικός ήρωας» από τους Έλληνες Ορθοδόξους. Σήμερα που οι σκιές του «Μαντζικέρτ»(1071) ξεπροβάλλουν απειλητικά μέσα απ’ την ομίχλη του παρελθόντος…  Hannibal ante portas Roma…

"Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, Τρίτη 29 Μαΐου του 1453", Γιάννης Νίκου

Ένεκα της ημέρας, διαβάζω συγκινημένος ένα σχετικό απόσπασμα από το «Μαύρο Άγγελο» του Μίκα Βαλτάρι.

«Εάλω η Πόλις!»

Η Πόλη έπεσε.
Αυτή η κραυγή θ’ ακούγεται όσο θα υπάρχει κόσμος. Αν ξαναγεννηθώ σ’ αυτό τον κόσμο, σε κάποιο μελλοντικό αιώνα, αυτές οι λέξεις θα γεμίζουν τα μάτια μου με φρίκη και θα σηκώνουν τις τρίχες των μαλλιών μου. Θα θυμούμαι αυτές τις λέξεις και θα τις αναγνωρίζω, ακόμα κι αν δεν θυμάμαι τίποτα άλλο, ακόμα κι αν η ψυχή μου είναι άσπρη σαν γυαλιστερή κέρινη πλάκα. Θα τις αναγνωρίζω αυτές τις λέξεις.
«Εάλω η Πόλις!»

Προσμένω και αναπολώ…

…και ενδόμυχα ξανακάνω τον παραλληλισμό: 

"The sequel of today unsolders all
The goodliest fellowship of famous knights
Whereof this world holds record. Such a sleep
They sleep -the men I loved. I think that we
Shall never more, at any future time,
Delight our souls with talk of knightly deeds,
Walking about the gardens and the halls
Of Camelot, as in the days that were.”

~ "Morte D'Arthur", Alfred Lord Tennyson, 1869

Η Πόλη των Πόλεων και η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία παραμένει σημαντική για όσους γεννήθηκαν και μεγάλωσαν μέσα στο φαντασιακό των μύθων, της Παράδοσης και του Πολιτισμού και συνεχίζουν να εκφράζονται μέσω αυτού, ως ρομαντικοί… βαδίζοντας ανάμεσα στη φθορά και στην αφθαρσία, στο φυσικό και στο πνευματικό, στο «εδώ» και στο «επέκεινα»... προσβλέποντας στην Αναγέννηση. Σε πείσμα των υλιστών και των σκοταδιστών μαζανθρώπων της εποχής μας... το δικό μας Βυζάντιο «δεν είναι χώρα για γέροντες», όπως λέει ο ποιητής.


Θα έρθεις σαν Αστραπή...


«Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Μύθος», Γιάννης Νίκου

Κυριακή 11 Μαΐου 2014

Ο πόλεμος των τεράτων

Η Ολύμπια Τάξη δεν εγκαθιδρύθηκε μέσω διαπραγμάτευσης, αλλά μέσω επιβολής και ενσωμάτωσης. Ο φόνος του Τυφώνος από το Δία και του Πύθωνα από τον Απόλλωνα, ο θρίαμβος του Περσέα επί της Μέδουσας, οι άθλοι του Ηρακλέους, η σφαγή του Μινώταυρου από το Θησέα και της Χίμαιρας από τον Βελλεροφόντη, ήταν μερικά από τα ελληνικά έπη των θεών και των ηρώων που αφορούσαν επικράτηση σε προελληνικά τέρατα και ορισμό νέων ηλιακών αξιών. Υπήρξαν πολλές και συνεχείς διαμάχες σε διαφορετικά επίπεδα… Διαμάχες που καθόρισαν την πορεία του Ανθρώπινου Πολιτισμού.

Τα τέρατα όμως δεν εξαφανίστηκαν. Κολύμπησαν σε αχαρτογράφητες θάλασσες, χύθηκαν σε απέραντους ωκεανούς, αποσύρθηκαν σε απόμερες σπηλιές, πέταξαν σε ψηλά κορφοβούνια, κρύφτηκαν σε πυκνά δάση… Βρυχήθηκαν, ούρλιαξαν, πλεύρισαν καράβια, πέταξαν φωτιά… και άσκησαν γοητεία!

Λεπτομέρεια του σπάνιου «Χάρτη της Θάλασσας» που σχεδιάστηκε από τον Σουηδό Olaus Magnus στη Ρώμη το 1527-39

Ο άνθρωπος θαυμάζει τις άγριες πλευρές και την άγρια μεγαλοπρέπεια της Φύσης: τους απόκρημνους βράχους, τους ορμητικούς χείμαρρους, τη μανιασμένη θάλασσα. Όμως, για εμάς, η Ομορφιά της Τέχνης στέκει ακόμα υψηλότερα από τη Φύση, όπως υποστηρίζει ο Χέγκελ, που πιστεύει ότι το Ωραίο είναι η αισθητή εμφάνιση της Ιδέας και ότι η Τέχνη είναι η σάρκα της Ιδέας, όπου το Πνεύμα συλλαμβάνεται στην «αμεσότητά» του. Ο Σοπενχάουερ διακηρύττει ότι η Ιδέα φτάνει πιο εύκολα σε εμάς μέσα από το έργο τέχνης παρά από τη φύση και τον πραγματικό κόσμο. Γι’ αυτό και ο Άγιος Βερνάρδος, τον 12ο αιώνα, δηλώνει ότι δεν μπορεί να αποφύγει την τρομακτική γοητεία των διακοσμημένων τεράτων στις αυλές και στους τοίχους των μοναστηριών, στη λογοτεχνία και στη ζωγραφική. Η ποικιλία αυξάνει το Κάλλος του σύμπαντος και το τερατώδες συμβάλλει στην ισορροπία της τάξης, λέει, ένα αιώνα αργότερα, ο Γουλιέλμος της Οβέρνης.

Ο μεγάλος θεωρητικός και φιλόσοφος Edmund Burke θεώρησε τη «σκοτεινότητα» ως απαραίτητο στοιχείο για το «τρομερό» και το τρομερό ως πηγή του «υπέροχου». Το «ωραίο» και το «υπέροχο» συνδέονται στενά. Είναι μεταξύ τους αντιφατικά αλλά και όμοια. Εγείρουν συναισθήματα υποκινώντας συνειρμικές ιδέες και γεννώντας εικόνες στο νου, κατά το συγγραφέα Archibald Alison. Για τον Καντ, το ωραίο συνδέεται με τη μορφή, ενώ το υπέροχο με το βίωμα. Το υπέροχο όμως εμπεριέχει και μια οδύνη και μετασχηματίζεται σε ηδονή. Αν μέσα από την ομορφιά κατακτάμε την ελευθερία του πνεύματος προς πραγμάτωση του ανώτερου εγώ, όπως λέει ο Σίλλερ, τότε μέσα από την αίσθηση του υπέροχου και την παρόρμηση του παιχνιδιού κατακτάμε την υπέρτατη ευχαρίστηση, της οποίας η κατάληξη μπορεί να είναι και τραγική. Ιδέα και πνευματική ελευθερία. Βίωμα και ηδονή. Ιδεαλισμός και αισθητισμός. Στη σύζευξή τους βρίσκεται το ρομαντικό στοιχείο και ο βυρωνικός ήρωας που μάχεται με κάθε λογής τέρατα.

Τα τέρατα ως σύμβολα ή θεματοφύλακες του «υπέροχου», άφησαν την παρακαταθήκη τους. Πάντοτε υπήρχαν αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στον κόσμο των ανθρώπων και στο επέκεινα: στον κόσμο της άγριας φύσης και των αχαλίνωτων ενστίκτων. Ορισμένοι άνθρωποι επηρεάστηκαν από τη συμπεριφορά των τεράτων, ενώ κάποια τέρατα εξανθρωπίστηκαν στα μάτια του ανθρώπου… ειδικά μέσω της τέχνης. Γράφει ο Νίτσε: «είμαστε κιόλας εικόνες και αισθητικές προεκτάσεις του αληθινού δημιουργού αυτού του κόσμου της τέχνης, κι ότι σαν έργα τέχνης, καταχτάμε τις υψηλότερες βαθμίδες αξιοπρέπειας γιατί η ύπαρξη και ο κόσμος δικαιολογούνται αιώνια μονάχα στο μέτρο που αποτελούν ένα αισθητικό φαινόμενο». Έτσι και τα τέρατα --ως έργα Τέχνης, ως σύμβολα υψηλής Αισθητικής και ως φύλακες τροπαίων μιας αρχέγονης Αναζήτησης-- βρίσκονται σε έναν άλλο κόσμο του οποίου νομοθέτες είναι οι ζωγράφοι, οι μουσικοί και οι ποιητές.

Μέχρι τον 16ο αιώνα, τα τέρατα έφεραν συμβολισμούς. Αποκάλυπταν τα ανεξερεύνητα μυστήρια της Φύσης και ανύψωναν τον ανθρώπινο ιδεαλισμό μέσω ενδυνάμωσης της αρρενωπής βούλησης για μάχη. Αργότερα, απ’ τους φυσιοδίφες, αντιμετωπίστηκαν ως αξιοπερίεργα πλάσματα. Μελετήθηκε η μορφή και η ανατομία τους και χάθηκε το μυστήριο. Η επιστήμη και η εξέλιξή της έβαλε το χέρι της… Μηδέν καλό αμιγές κακού. Μαζί με την επιστήμη, όμως, επιβλήθηκε μια διαφορετική κοσμοαντίληψη, μια διαφορετική θέαση του κόσμου. Έτσι, σιγά-σιγά άρχισαν να αποσύρονται… Για πολλά από αυτά ο χρόνος πάγωσε σ’ εκείνο το σημείο… Τα μάγια ήταν ισχυρά.

Αριστερά: Το gargoyle που με γοήτευσε στο Rosslyn Chapel στη Σκωτία 
Δεξιά: Γρύπας πολεμάει με μεγάλο φίδι σε μια παλιά εκκλησία της Βρέμης στη Γερμανία

Τα τέρατα συνεχίζουν να ζουν, με την παλιά τους μορφή, σ’ έναν παράλληλο φαινομενικό κόσμο: σε παλιές αφηγήσεις μέσω της προφορικής παράδοσης, μέσω της μουσικής, σε έργα λογοτεχνικής φαντασίας και στις εικαστικές τέχνες, όπου μάλιστα γίνονται γοητευτικότερα. Ορίζουν τον ανθρώπινο πολιτισμό, το Ωραίο και το Άσχημο, το Άξιο και το Ανάξιο, το Καλό και το Κακό. Ακόμα προσκαλούν τον άνθρωπο σε μεγάλη μάχη, έσωθεν και έξωθεν του. Λίγοι ανταποκρίνονται το κάλεσμα… Εκεί, στον παράλληλο αυτό κόσμο, κρύβεται η άλλη πραγματικότητα, από την οποία βιαίως αποκόπηκε ο σύγχρονος πολιτισμός μας. Εκεί ίσως βρίσκεται και μια ξεχασμένη όψη του, μια κρυμμένη του ΟΥΣΙΑ και ίσως η χαμένη του εξέλιξη.  

Περιπλανώμενοι Φύλακες ακροβατούν ανάμεσα στους κόσμους αναζητώντας το μαγικό κρίκο που έχει χαθεί… αυτόν που θα ενώσει το πραγματικό με το φανταστικό, το «εδώ» με το «επέκεινα», το παρελθόν με το μέλλον. Στον ένα, τα χαμένα ξίφη τους αναζητάνε και τους παλιούς συντρόφους. Στον άλλο, μάταια πολεμάνε, κανένας δεν τους βλέπει. Μονάχα τα τέρατα μπορούν και τους αναγνωρίζουν. Σε κάθε τους ανάσα, τους αισθάνονται και με μανία τους καρτερούν. Το ίδιο και εκείνοι που ζουν στα σύνορα των κόσμων. Γιατί άνθρωποι-φύλακες και τέρατα έχουν χύσει ο ένας το αίμα του άλλου… Τόσο στην πραγματικότητα, όσο και στη φαινομενικότητα. Τα τέρατα γνωρίζουν την αρχέτυπη εικόνα του ανθρώπου και το ανθρώπινο ένστικτο γνωρίζει τις αρχέτυπες εικόνες των τεράτων.
Λεπτομέρεια μιας υπέροχης τοιχογραφίας που αντίκρισα σε ξωκλήσι στη Λίνδο της Ρόδου
Τα κραταιά μυθικά θηρία της Ευρώπης, που βρίσκονται ακόμα και σήμερα πετρωμένα σε κήπους, σε καθεδρικούς, σε μουσεία και πλατείες, περιμένουν μέχρι να λυθούν τα μάγια… για να περπατήσουν ξανά, να βρυχηθούν, να τρέξουν και να πετάξουν. Κάποια θα πάρουν το μέρος του Ανθρώπου, κάποια θα μείνουν ουδέτερα και κάποια θα τον προκαλέσουν σε μάχη σκορπώντας όλεθρο και τρόμο.

Τότε θα σημάνει ξανά η ώρα... και θα απελευθερωθούν οι φύλακες… αυτή τη φορά, τους δράκους για να ιππεύσουν! 

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Ωδή στο Φθινόπωρο


Τι κι αν λείψω, τι κι αν μείνω
Γλυκιά εποχή, για πάντα,
τα πάντα θα σαρώνεις…
 
Και η εικόνα αλλάζει
Σαν τ’ αγέρι ξυπνά τα κίτρινα φύλλα..
 
Ω, Μαγικός Αυλός, Αθάνατη Λύρα!
Κάτω απ’ τα δέντρα… παρατημένα
Όσο κι αν κελαηδά τ’ αηδόνι…
Σκεπασμένα, κρυμμένα
απ’ της Φύσης τη Μανία.

Παράξενα πλάσματα, εδώ και κει
Μιας άλλης εποχής
α π ο μ ε ι ν ά ρ ι α …
Αχ, πόσο κουράστηκαν πια τα βιολιά
                          απ’ τα τρελά δοξάρια!

Ιεροτελεστίες! Θυσίες! Στις βελανιδιές…
(Μύηση… κάτω απ’ τις γέρικες βελανιδιές…
Anima Mundi στις ιερές βελανιδιές)
Ζωή, Έρως… Πόνος, Αγάπη, Θάνατος!
…Ποιος βλέπει τις μυστικές πομπές;



“Autumn Leaves”, John Everett Millais, 1856
 
Ποιος ακούει τον Δρυίδη
                                      και μια Τριάδα απ’ το χθες;
Τρία είν’ τα Πράγματα που γίνηκαν μαζί: Άνθρωπος, Φως, Ελευθερία

 
Φθινόπωρο θλιμμένο, Φθινόπωρο ωχρό
Γεμάτο Οράματα, γεμάτο Μνήμες
Ονειροπαρμένο
Ανατρεπτικό
 
Φθινόπωρο μοναχικό
Κρύβεις καλά το αριστοκρατικό σου Ιερατείο
Το μανδύα σου τον πορφυρό
Το γέλιο σου το Βροντερό!
 
 Ψυχής ζωγραφιά, Ονείρου τέχνη… Πόσο θεία η μέθη σου!
Πόσο ζεστά τα νέφη! Αχ, και πόσο λεύτερη
ειν’ η λευκή,
κυματιστή σου χαίτη!!

Αιώνιο Φθινόπωρο… Τρυφερά νοσταλγικό…
Πόσοι θεοί είναι κρυμμένοι
στον πορφυρό σου Ουρανό!
Γέφυρα προς κόσμο καινούργιο
Γέφυρα προς κόσμο παλιό…
Με παρέσυρες κι απόψε, ξύπνησες Μύθο τραγικό!
Φούντωσες, φούντωσες Πάθος Μυστικό.
 
Απ’ τα σπλάχνα σου με πέταξες,
με πήρες κι απ’ το χέρι…
Στις αγκάλες σου μέσα ζω… εποχή αγαπημένη.
Γ ι α   π ά ν τ α   δ ι κ ό ς   σ ο υ !  Χωρίς γυρισμό…


Περσέας, 2005